Η τοποθεσία μας στον χάρτη

Πληροφορίες

"Μόντενα" με διοικητή τον Ερμπέρτο Παπίνι, που είχε εγκατασταθεί στην περιοχή της Άρτας, παρέδωσε τον οπλισμό στους Γερμανούς, οι οποίοι ανέλαβαν τον έλεγχο του χώρου. Πέρα από τα προβλήματα που δημιουργούσε η Γερμανική κατοχή, οι κάτοικοι του κάμπου ερχόταν καθημερινά αντιμέτωποι με επεισόδια και αψιμαχίες, αλλά και κατασταλτικές πολιτικές εκ μέρους των δύο ανταγωνιστικών δυνάμεων, του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ. Την περίοδο εκείνη οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ είχαν περιορισθεί σε στο τμήμα δυτικά του Αράχθου, ουσιαστικά στις περιοχές της Λάκκας Σουλίου και του Ξηροβουνίου, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της Ηπείρου, ήταν ελεγχόμενο από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Παρ' όλα αυτά η περιοχή του κάμπου της Άρτας ανήκε στις διαμφισβητούμενες περιοχές, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την έντονη παρουσιά και των δύο αντάρτικων ομάδων. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά της 8ης Μεραρχίας προς το γενικό στρατηγείο του ΕΛΑΣ στην οποία διαβάζουμε "Την 19ην ώραν της 21ης Μαρτίου, ο πρόεδρος Ανέζης Μιχαήλ Ρώσας, οδήγησεν Εδεσικόν Τμήμα εις Ανέζαν. Το τμήμα τούτο μέχρι της πρωϊας της 22ας είχε περιέλθει τα χωριά Κωστακιούς, Κεραμάτες, Γαβριά, Ψαθοτόπι, Μύτικα, Αγία Παρασκευή, Κολομόδια" ενώ δεν έλειπαν και τα ακραία φαινόμενα λεηλασίας όπως μας πληροφορεί μία άλλη αναφορά της ίδιας μεραρχίας στην οποία διαβάζουμε "Η κατάσταση που επικρατεί εκεί (στον κάμπο) είναι απερίγραπτη, κλοπές, λεηλασίες, αρπαγές, βιασμοί, δολοφονίες, αποτελούν τη δράση των Εδεσικών ομάδων Παπαπάνου, Μίκροβα (μοιράρχου), Πλαστήρα (ανθ/στη χωρ/κής), Βόιδαρου, Καϋμενάκη, Ρίγανη (ληστων) κ.λ.π." όπως επίσης "Στις αρχές του Μάη τραυματίζουν τους συναγ. Δ. Τσαμπάν από την Ανέζα και Ε. Γιώτην από Γαβριάν. Λεηλατήθηκαν ολόκληρες προίκες, ιδιαίτερα στην Ανέζα, Κωστακιούς, Γαβριά, Άγ. Σπυρίδωνα". Αξιοσημείωτο γεγονός είναι αυτό που μας περιγράφει ο υπομοίραρχος της χωροφυλακής Ιωάννης Πλαστήρας, ο οποίος το 1944, στα πλαίσια της κατασκοπευτικής του δράσης, εισήλθε στην πόλη της Άρτας μεταμφιεσμένος σε ιερέα και με πλαστή ταυτότητα στην οποία αναγραφόταν τα στοιχεία του τότε ιερέα της Γαβριάς, π.Αριστείδη Χαραλάμπους, κατάφερε να συγκεντρώσει σημαντικές πληροφορίες για τον απελευθερωτικό αγώνα.

Μετά τον Εμφύλιο πόλεμο

Η λήξη του πολέμου βρήκε κατεστραμμένα τα χωριά του κάμπου. Οι κάτοικοι της Γαβριάς εξαιτίας της ύπαρξης βάλτου αδυνατούσαν να εφαρμόσουν συστηματικές καλλιέργειες και ήταν πολύ συχνά τα φαινόμενα ελονοσίας. Τα σπίτια των κατοίκων ήταν κατασκευασμένα από λάσπη, άχυρο και καλάμια. Οι πρώτοι μάστορες εμφανίστηκαν στον κάμπο το 1949 και άρχισαν να κατασκευάζουν πέτρινα σπίτια με πέτρα που μετέφεραν με κάρα από το Μαυροβούνι της Βίγλας όπου κάποιος νταμαρτζής, με υποτυπώδη εκρηκτικά, έκανε την εξόρυξη και προμήθευε την περιοχή με την ακατέργαστη πρώτη ύλη. Περίπου εκείνη την εποχή κατασκευάστηκε το πρώτο πέτρινο σπίτι στο χωριό. Η πληρωμή των μαστόρων γινόταν συνήθως με γεωργικά προϊόντα ή οτιδήποτε άλλο διέθετε η κάθε οικογένεια. Τα περισσότερα σπίτια είχαν ένα προθάλαμο και δύο δωμάτια. Κάθε σπίτι που ολοκληρωνόταν, υπήρχε το έθιμο να τοποθετούν έναν ξύλινο σταυρό στο ταβάνι και να δίνουν ευχές.

Στον κάμπο, στις αρχές της δεκαετίας του '50 άρχισαν να λαμβάνουν χώρα τα πρώτα αρδευτικά έργα για την αποξήρανση του βάλτου από τη Βρετανική εταιρεία Boots Ltd και ξεκίνησε ο συστηματικός ψεκασμός με αεροπλάνα για την αντιμετώπιση της μάστιγας των κουνουπιών. Σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό Rivista di Malariologia, οι αεροψεκασμοί στη Γαβριά πραγματοποιήθηκαν στις 22 Ιουνίου του 1953 και χρησιμοποιήθηκε υψηλή ποσότητα εντομοκτόνου, γεγονός που υποδηλώνει το σημαντικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι κάτοικοι του χωριού. Η ελονοσία αλλά και ο σημαντικός αριθμός κατοίκων με στίγμα της μεσογειακής αναιμίας (ετερόζυγος β-μεσογειακή αναιμία), δρεπανοκυτταρική αναιμία και ανεπάρκεια του ερυθροκυτταρικού ενζύμου G6PD αποτέλεσαν την αφορμή για διεξαγωγή επιστημονικής μελέτης, το καλοκαίρι του 1962. Το αποτέλεσμα της μελέτης ήταν πως οι συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων ήταν πιο ανθεκτικές απέναντι στην ελονοσία. Στις αρχές της δεκαετίας του '60 αρχίζει η χάραξη νέων δρόμων και γίνεται η διάνοιξη και ασφαλτόστρωση του σημερινού δρόμου από το χωριό προς τον κύριο οδικό άξονα που συνδέει την πόλη της Άρτας με την Κορωνησία με αποτέλεσμα η πρόσβαση προς την πόλη να γίνει πλέον ευκολότερη. Σύμφωνα με έναν Αυστριακό χάρτη του 1910, πριν τη διάνοιξη του δρόμου, η πρόσβαση στην πόλη της Άρτας ήταν δυνατή μόνο μέσω ενός αγροτικού δρόμου που οδηγούσε στους Κωστακιούς. Η μετακίνηση των κατοίκων, η οποία πριν την κατασκευή του δρόμου γινόταν με κάρα ή με τα πόδια άλλαξε μορφή και τη θέση των αλόγων πήραν τα πρώτα λεωφορεία. Τη δεκαετία του '60 με το άνοιγμα των αγορών εργασία

Εγγραφή στο Newsletter μας

Εγγραφείτε στο newsletter του mevrikes.gr και... τους βρήκατε!